Σχετικά με τον αναπτυξιακό νόμο
Έχουμε δηλώσει ότι για τον ΣΥΡΙΖΑ, το θέμα του αναπτυξιακού νόμου, έχει δύο πλευρές, ένα τεχνικό και ένα πολιτικό. Και τα δύο αυτά είναι συνδεδεμένα μεταξύ τους, εφόσον κατά την γνώμη μας το τεχνικό πρέπει να υπηρετεί το πολιτικό και όχι το αντίστροφο.
Όσον αφορά το πολιτικό θέμα, με προηγούμενη ευκαιρία είχαμε σημειώσει ότι «η υπόθεση του αναπτυξιακού, μαζί με μια σειρά άλλα παραδείγματα (π.χ. ενεργειακό, ναυτιλία, χωροταξικό, κλπ) ουσιαστικά επιβεβαιώνει την εκτίμηση που έχουμε, ότι τα νησιά μας είναι «εκτός οπτικής». Οι πολιτικές που σχεδιάζονται δεν παίρνουν υπόψη τους τις ιδιομορφίες και τις ανάγκες των κατοίκων τους. Και αυτό γιατί τα νησιά μας δεν αποτελούν αναπτυγμένες αγορές. Έτσι και οι μικρές επιχειρήσεις των νησιών μας συμπιέζονται και ο παραγωγικός μας ιστός εξακολουθεί να αποσαθρώνεται.»
Αυτή η πολιτική μας εκτίμηση έρχεται να επιβεβαιωθεί για ακόμα μια φορά με τις δηλώσεις που έκαναν οι τρείς κορυφαίοι παράγοντες της Ν.Δ., δηλαδή ο Υπουργός Ναυτιλίας και Αιγαίου, κ. Βουλγαράκης, ο βουλευτής κ. Γιανέλλης και ο νομάρχης κ. Βογιατζής με την ευκαιρία της συνάντησης για το θέμα του αναπτυξιακού νόμου.
Και οι τρείς ισχυρίζονται ότι αποδέχονται το δίκαιο των αιτημάτων των τοπικών παραγωγικών κλάδων για την αύξηση του επιπλέον ποσοστού χρηματοδότησης των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων του νομού μας, στα πλαίσια του αναπτυξιακού νόμου. Όλη όμως η προσπάθεια τους είναι να δικαιολογήσουν μια κυβερνητική επιλογή που καταδικάζει τα νησιά μας στην υπανάπτυξη.
Και ακόμα: Μεταφέρουν την ευθύνη της λύσης του προβλήματος, όχι σε αυτούς που το δημιούργησαν, δηλαδή, στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών και στην κυβέρνηση γενικότερα, αλλά στην τοπική κοινωνία!
Και εδώ ερχόμαστε στο τεχνικό θέμα που χρησιμοποιούν προκειμένου να υποστηρίξουν τις πολιτικές τους επιλογές:
Είπε στους συνομιλητές του ο κ. Βουλγαράκης, όπως τουλάχιστον διαβάζουμε στο τοπικό τύπο: «ο αναπτυξιακός έκλεισε και δεν μπορεί να τροποποιηθεί παρά μόνο σε δέκα χρόνια από τώρα».
Και εμείς ρωτάμε: Από πού προκύπτει, ότι το θέμα του ύψους των επιπλέον ποσοστών ενίσχυσης στα πλαίσια του αναπτυξιακού είναι κλειδωμένο; Και μάλιστα για δέκα χρόνια!!!
Όταν μάλιστα είναι γνωστό ότι με βάση το άρθρο 4 του αναπτυξιακού νόμου, αυτά καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης. Και αυτό όταν υπάρχει πρόσφατα το προηγούμενο της – δικαιολογημένης – τροποποίησης που έγινε στα επενδυτικά σχέδια που υπάγονται στον αναπτυξιακό νόμο και προέρχονται από τις πυρόπληκτες περιοχές.
Είναι γνωστό σε όλους ότι ο αναπτυξιακός νόμος είναι «λάστιχο». Μάλιστα ο υφιστάμενος νόμος 3299 που δημοσιεύτηκε στις 23/12/2004, έχει τροποποιηθεί τρείς φορές, κάτι που κάποιος εύκολα μπορεί να το δει, εάν κάνει τον κόπο να διαβάσει την πρώτη σελίδα του κωδικοποιημένου κειμένου του νόμου που δημοσιεύεται στην σχετική ιστοσελίδα του ΥΠΟΙΟ.
Λέει ο κ. Γιαννέλης: «Το θέμα των επιδοτήσεων του Αναπτυξιακού νόμου δεν είναι της Κυβέρνησης, αλλά της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Από πού προκύπτει κάτι τέτοιο;
Το καθεστώς περιφερειακών ενισχύσεων του αναπτυξιακού νόμου πρέπει να είναι σύμφωνο με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθμ. 1628/2006 της Επιτροπής της 24ης Οκτωβρίου 2006 για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της Συνθήκης στις εθνικές επενδυτικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα. Σε αυτή την κατεύθυνση, ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών υποβάλλει προς έγκριση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Χάρτη Περιφερειακών Ενισχύσεων. Αλλά με απόφαση του ίδιου Υπουργού εξειδικεύονται ως εθνικό καθεστώς ο παραπάνω εγκεκριμένος Χάρτης.
Με άλλα λόγια και για ότι μας αφορά, η δέσμευση ως προς την Ε.Ε. έχει να κάνει με το ανώτερο ύψος των επιχορηγήσεων, καθώς επίσης και τους τομείς και κλάδους που υπάγονται σε αυτές. Το πώς αυτές όμως εξειδικεύονται ανά περιφέρεια και πολύ περισσότερο ανά περιοχή είναι υπόθεση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.
Συνεχίζει ο κ. Γιαννέλης: «τα στοιχεία έχουν ληφθεί από τη Eurostat και αναθεωρούνται κάθε δέκα χρόνια, άρα δεν μπορούμε τώρα να αλλάξουμε το 47%».
Πληροφορούμε τον κ. Γιαννέλη, ότι η Eurostat δεν αναθεωρεί κάθε δέκα χρόνια τα στοιχεία της. Όσο γραφειοκράτες και δυσκίνητοι και αν είναι οι υπάλληλοι της Ε.Ε. δεν μπορούν να κάνουν πολιτική με ανεπίκαιρα στοιχεία!
Το 2002 η Eurostat ζήτησε από την Ελλάδα να προχωρήσει στην αναθεώρηση. Για την ακρίβεια, πρόκειται για κάτι που κάνουν όλα τα κράτη μέλη το πολύ κάθε πέντε έτη. Κάποια το κάνουν κάθε χρόνο. Κάποια άλλα κάθε δύο ή τρία χρόνια.
Τα στοιχεία που αφορούν το ΑΕΠ της Ελλάδας, με βάση τις σχετικές κατευθύνσεις της Eurostat, έχουν ήδη αναθεωρηθεί εδώ και περίπου ένα χρόνο και με βάση αυτά τα στοιχεία προκύπτουν τα νέα δεδομένα, που ο ΣΥΡΙΖΑ έφερε στην επιφάνεια πρόσφατα, για την περιφέρεια Β. Αιγαίου και τον νομό μας,
Το δεύτερο που θέλουμε να πληροφορήσουμε τον κ. Γιαννέλη είναι ότι, όπως αναφέρεται πάλι στο άρθρο 4 του αναπτυξιακού νόμου, το επιπλέον ποσοστό επιχορήγησης δίδεται «βάσει των κριτηρίων του κατά κεφαλή Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (Α.Ε.Π.), του ποσοστού ανεργίας και της γεωγραφικής θέσης των αντίστοιχων περιοχών».
Ηδη από τον Σεπτέμβριο του 2006 η ΕΣΥΕ είχε αποστείλει στην Eurostat τα νέα δεδομένα για το αναθεωρημένο ΑΕΠ. Η σχετική απόφαση το ΥΠ.ΟΙ.Ο με την οποία καθορίστηκαν τα επιπλέον ποσοστά επιχορήγησης δημοσιεύτηκε στις 25/7/2007, δηλαδή περίπου ένα χρόνο μετά. Δεν γνωρίζουμε γιατί, παρ-όλα αυτά, το ΥΠ.ΟΙ.Ο επέλεξε να κάνει τους υπολογισμούς του, χρησιμοποιώντας, χωρίς κανείς να το υποχρεώνει, στοιχεία για το κεφαλή Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (Α.Ε.Π.) του έτους 2003 (προσωρινά προ αναθεώρησης).
Θα μπορούσε όμως ο ίδιος να το είχε μάθει, εάν βεβαίως φρόντιζε να δώσει συνέχεια στην αναφορά που είχε καταθέσει για ίδιο θέμα κάνοντας μια απλή ερώτηση, ως βουλευτής του Νομού Λέσβου.
Και ερχόμαστε στον κ. Βογιατζή, ο οποίος μάλιστα επεσήμανε ότι «ο κ. Βουλγαράκης πρότεινε μια εξαιρετική μεθοδολογία για να επιτευχτεί το επιθυμητό αποτέλεσμα». Ποια είναι αυτή η «μεθοδολογία»;
Από ότι διαβάζουμε, ο κ. υπουργός κάλεσε τους τοπικούς φορείς «να καταθέσουν συγκεκριμένες προτάσεις, δυνατές και εφικτές, με τις οποίες να μπορεί να καλυφθεί το 8% της επιδότησης που χάνει ο νομός μας από τον Αναπτυξιακό». Δηλαδή κατά τον κ. νομάρχη, το εφικτό δεν είναι μια απλή υπουργική απόφαση, αλλά… κάτι άλλο που εάν «καταφέρουμε να προτείνουμε… θα έχουμε ένα καλό αποτέλεσμα»
Και ερχόμαστε πάλι στο πολιτικό θέμα:
Σε πρόσφατο ενημερωτικό δελτίο μας σημειώνουμε ότι: «Η κρίση του δικομματικού συστήματος, που συμπίπτει με τα 4 χρόνια διακυβέρνησης της ΝΔ αγγίζει και το τοπικό πολιτικό μας σύστημα, που είναι μια μικρογραφία του κεντρικού σκηνικού και που αναπαράγει και μεγεθύνει στο τοπικό επίπεδο το κεντρικό πολιτικό σκηνικό. Όπως ακριβώς οι προσδοκίες των πολιτών έχουν φτάσει στο ελάχιστο για το κεντρικό πολιτικό σκηνικό, άλλο τόσο έχουν φτάσει στο ελάχιστο και για το τοπικό πολιτικό σκηνικό, που έχει αναπτυχθεί μέσα σε συνθήκες, όχι λύσης των μεγάλων προβλημάτων του τόπου μας, άλλα μετάθεσης τους από τον ένα χρόνο στον άλλο.» Τώρα συμπληρώνουμε: «πετώντας ταυτόχρονα την ευθύνη στην τοπική κοινωνία»
Ο κ. Βουλγαράκης είναι υπουργός της κυβέρνησης, αλλά ταυτόχρονα είναι και ο υπουργός που έχει την κυβερνητική ευθύνη για τα νησιά μας. Δεν γνωρίζουμε εάν, με βάση τα ήθη που σήμερα κυριαρχούν, προκειμένου να γίνουν αποδεκτά τα δίκαια αιτήματα των μικρών επιχειρηματιών του νομού μας, πρέπει ο υπουργός Αιγαίου να έχει «μπάρμα στην Κορώνη». Οπως γράφτηκε δήλωσε ότι, «έχει την δύναμη να ασκήσει επιρροή σε Υπουργούς και στον Πρωθυπουργό τον ίδιο εάν χρειαστεί», Εάν αυτό είναι απόδειξη άσκησης νησιωτικής πολιτικής εκ’ μέρους του, μάλλον το μέλλον των νησιών μας είναι πολύ πιο «σκοτεινό» από ότι και εμείς οι ίδιοι εκτιμούμε.
Ο κ. Γιαννέλης είναι βουλευτής του κυβερνώντος κόμματος, αλλά ταυτόχρονα και βουλευτής Νομού Λέσβου. Κατανοούμε την ανάγκη του να υποστηρίξει μια κυβερνητική επιλογή. Όμως την επόμενη φορά που θα το επιχειρήσει, του συνιστούμε να φροντίσει να έχει καλύτερες δικαιολογίες.
Ο κ. Βογιατζής, είναι στέλεχος του κυβερνώντος κόμματος, αλλά ταυτόχρονα και ο νομάρχης Λέσβου. Κατανοούμε επίσης την ανάγκη του να υποστήριξη μια κυβερνητική επιλογή. Ο ίδιος όμως έχει δηλώσει επανειλημμένα, ότι πάνω από όλα βάζει το συμφέρον του νομού μας. Ήρθε η ώρα να το αποδείξει.
Εμείς καλούμε για ακόμα μια φορά τους μικρούς επιχειρηματίες των νησιών μας, μαζί με τους συλλογικούς τους φορείς, τα επιμελητήρια, τους συλλόγους κλπ, να πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους. Να συντονιστούν και να πιέσουν ακόμα περισσότερο, έτσι ώστε αυτό το πρόβλημα να βρει την λύση του.
Ετικέτες Θέσεις και προτάσεις, Τοπική ανάπτυξη
Διαβάστε το πλήρες κείμενο...