Ο κοινωνικός αποκλεισμός, πεδίο στρατολόγησης του οργανωμένου εγκλήματος
Η κυβέρνηση επιχειρεί με την ποινικοποίηση της κουκούλας και την επαναφορά του αδικήματος της περιύβρισης αρχής να απαντήσει στα γενικευμένα φαινόμενα εγκληματικότητας, παραδεχόμενη ουσιαστικά την ίδια της την αδυναμία.
Η διεισδυτική επιστημονική ματιά του καθηγητή Ποινικού Δικαίου στο ΑΠΘ Ν. Παρασκευόπουλου ωστόσο απαντά με σαφήνεια στο φαινόμενο: "Η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία θεοποιεί το κέρδος, οι ανισότητες παράγουν τριβές και συγκρούσεις, ενώ η κάμψη της κοινωνικής αλληλεγγύης είναι βαθιά" παρατηρεί ο έγκριτος πανεπιστημιακός, ενώ εκφράζει ενδιαφέρουσες απόψεις για τα κυβερνητικά μέτρα και τη σωφρονιστική πολιτική στη συνέντευξη που ακολουθεί.
Τελευταία, έχει καταγραφεί έξαρση της βίας και της εγκληματικότητας τόσο σε ποινικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο (τρομοκρατικές επιθέσεις). Γιατί τώρα και γιατί με τέτοια ένταση;
Καταρχήν ας μη δεχθούμε ως δεδομένο ότι διακρίνεται σαφώς ένα ποινικό από ένα πολιτικό επίπεδο της εγκληματικότητας. Τα εγκλήματα κατά του περιβάλλοντος, π.χ., είναι από τα πιο επικίνδυνα για την ανθρωπότητα. Μήπως δεν αφορούν ταυτόχρονα το ποινικό και το πολιτικό επίπεδο;
Η έξαρση της βίας και της εγκληματικότητας συνδέεται με ιστορικές και κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις και ήταν αναμενόμενη. Μπορούμε να θυμηθούμε εδώ τρεις από τις εξελίξεις αυτές που καταγράφονται μετά το 1990. Πρώτη: αυξάνεται σε έκταση και ένταση το φαινόμενο του κοινωνικού αποκλεισμού. Σε αυτό συμβάλλει καθοριστικά η αλλαγή πολιτικής απέναντι στη μετανάστευση: αντί της διευκόλυνσης ή της ανοχής, μεθοδεύεται η απόκρουσή της. Δημιουργούνται πολυάριθμες ομάδες ανθρώπων χωρίς προοπτικές εργασίας και ένταξης και ουσιαστικά χωρίς ταυτότητα. Το οικονομικό - διοικητικό σύστημα σβήνει το πρόσωπό τους, συμβολικά τους κουκουλώνει πριν οι ίδιοι φορέσουν κουκούλα. Η πολιτική αυτή κυρίως οφείλεται στο γεγονός ότι οι επιχειρήσεις προτιμούν πλέον να μετακινούνται οι ίδιες προς τις φτωχές χώρες με τα χαμηλά μεροκάματα αντί να προσελκύουν εργάτες στην έδρα τους.
Ο κοινωνικός αποκλεισμός διευρύνεται επίσης, όπως είναι ευνόητο, λόγω της φτώχειας και της απορρύθμισης του προνοιακού συστήματος. Η επίπτωση στην εγκληματικότητα είναι πολλαπλή: για κάποιους κοινωνικά αποκλεισμένους η κλοπή ή η συμμετοχή στη διακίνηση ναρκωτικών γίνεται ορθολογικός τρόπος επιβίωσης, ίσως μοναδικός, καθώς όλες οι πόρτες της νόμιμης κοινωνικής ζωής είναι κλειστές. Εξάλλου, ο κοινωνικός αποκλεισμός γίνεται έδαφος για την ανάπτυξη του οργανωμένου εγκλήματος: πεδίο για "στρατολογήσεις", για απόκρυψη κ.λπ.
Κατά δεύτερο και κατά λογική ακολουθία, εγκαταλείπονται οι πολιτικές επανένταξης. Η φυλακή - εργαστήριο γίνεται φυλακή - αποθήκη. Οι επιχορηγήσεις προγραμμάτων για αποφυλακισμένους σταδιακά εκμηδενίζονται (παράδειγμα στη χώρα μας οι διαμαρτυρίες της "Επανόδου"). Η επανένταξη με καθεστώς διογκωμένης ανεργίας, άλλωστε, είναι πρακτικά αδύνατη. Από την εποχή που περιέγραψε ο M. Foucault (με την καταπίεση της απόκλισης για χάρη της συμμόρφωσης και της ένταξης) περάσαμε στην εποχή που περιγράφουν οι J. Young και Z. Bauman. Κανείς δεν ενδιαφέρεται για διαφορές και αποκλίσεις στον κύκλο των αποκλεισμένων, αυτοί απλώς αφήνονται στην απόγνωσή τους. Αναμφίβολη -γι'αυτό μπορούμε να είμαστε σύντομοι- συνθήκη επιβάρυνσης της εγκληματικότητας είναι και η ανάπτυξη της τεχνολογίας σε συνδυασμό με τις εύκολες ηλεκτρονικές και διασυνοριακές δικτυώσεις.
Συνδέεται η εγκληματικότητα με τις διεθνείς εξελίξεις; Μπορούμε να μιλήσουμε για παγκοσμιοποιημένο φαινόμενο;
Η σύνδεση της εγκληματικότητας με την παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, των δικτύων αλλά και του λεγόμενου κράτους ασφάλειας είναι πολλαπλή. Ευνόητη είναι η ενίσχυση της οργανωμένης εγκληματικότητας. Επιπλέον όμως εντείνεται και η διάσπαρτη εγκληματικότητα και η ατομική βία. Η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία θεοποιεί το κέρδος, οι ανισότητες παράγουν τριβές και συγκρούσεις, ενώ η κάμψη της κοινωνικής αλληλεγγύης είναι βαθιά. Οι παραδοσιακές δομές συνοχής (οικογένεια, σχολείο, ενορία, γειτονιά) κλονίζονται και δυσκολεύονται ή αδυνατούν να οροθετήσουν τον βίαιο ανταγωνισμό. Ας μην υποτιμούμε και το γεγονός ότι ακόμα και οι καταχρήσεις της αστυνομικής και της κατασταλτικής εξουσίας έχουν αποκτήσει διεθνή χαρακτηριστικά. Με δυο λόγια: η αναγωγή του βίαιου ανταγωνισμού και του αντίπαλου κράτους ασφάλειας σε παραπληρώματα του απορρυθμιζόμενου κράτους πρόνοιας αποτελεί παγκόσμιο φαινόμενο στον μετανεωτερικό κόσμο.
Πώς σχολιάζετε τα πρόσφατα μέτρα της κυβέρνησης που ανακοινώθηκαν για την αντιμετώπιση του φαινομένου;
Σπάνια οδηγούν στην ευρυθμία τα μέτρα που λαμβάνονται εν θερμώ και υπό την πίεση των τηλεοπτικών μέσων. Είναι δεδομένο ότι η αύξηση της εγκληματικότητας οδηγεί διαλεκτικά στην ένταση της καταστολής. Πρώτοι άλλωστε το γνωρίζουν οι διαχρονικοί και οι σύγχρονοι προβοκάτορες. Συχνά όμως έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος.
Η κατεύθυνση των νέων μέτρων είναι να εμπλέξουν στον κύκλο του ποινικού ελέγχου μεγάλο αριθμό προσώπων, ιδίως μέσω της επιβάρυνσης των κυρώσεων. Άστοχη είναι οπωσδήποτε η αυτεπάγγελτη δίωξη των εξυβρίσεων -και συνθημάτων, επομένως- κατά των αστυνομικών ή άλλων φορέων εξουσίας. Φαίνεται να αναβιώνει η ιστορικά καταδικασμένη ποινική ρύθμιση για την περιύβριση αρχής. Είναι βέβαιο ότι θα ηλεκτριστεί το κλίμα των διαδηλώσεων. Όλα δείχνουν να καλούν τον πολίτη να αποφεύγει να διαδηλώνει, αν θέλει να είναι ήσυχος. Επίσης, θα ανοίξουν οι ασκοί του Αιόλου για καταστολή της έκφρασης σε πολλά επίπεδα.
Εν τω μεταξύ, ο περιορισμένος αριθμός συλλήψεων για βόμβες μολότωφ ή άλλες εγκληματικές ενέργειες δεν οφείλεται βέβαια στην έλλειψη ποινικών διατάξεων, αλλά στη μη εφαρμογή τους. Μια νέα ποινική ρύθμιση για τα υβριστικά συνθήματα δεν μπορεί να αναστείλει υπαρκτά κοινωνικά φαινόμενα, προσβλητικά έστω, λόγω που τα συναντούμε στις διαδηλώσεις, στα γήπεδα, ή στις συγκεντρώσεις κομμάτων, συνδικαλιστικών φορέων κ.λπ. Στα ζητήματα αυτά μόνο η ανεκτικότητα προφυλάσσει από τις αλυσιδωτές αντιδράσεις.
Τελικά η έξαρση της βίας ποιους αφορά; Η αντιμετώπισή της πού θα έχει αντίκτυπο (π.χ. άσυλο);
Η έξαρση της βίας αφορά τους πάντες, αλλά όχι εξίσου. Η ολιγαρχία προσπαθεί να διαμορφώνει καλά φυλασσόμενες περιοχές, οριοθετημένες, με υποδομές στο εσωτερικό τους, όπου η ασφάλεια είναι καλά οργανωμένη, ενώ οι υπόλοιποι αστικοί χώροι έχουν διαβαθμισμένη και πάντως χαλαρή φύλαξη. Όσο για το άσυλο στο πανεπιστήμιο, έχει αρχίσει πια να αποτελεί πρόφαση για πολλούς. Ο νόμος άλλαξε το 2007 άρδην χωρίς να αλλάξουν καθόλου οι πρακτικές, πράγμα που σημαίνει ότι η θεσμική διάσταση δεν είναι καθοριστική. Σημασία έχουν η κοινωνική, η ακαδημαϊκή και η αστυνομική στάση.
Θεωρητικά τουλάχιστον, το δίλημμα πρόληψη ή καταστολή έχει απαντηθεί υπέρ της πρόληψης. Σε ποια κατεύθυνση θα πρέπει να κινηθεί η σωφρονιστική πολιτική;
Δέχονται όλοι ότι η πρόληψη είναι προτιμότερη από την καταστολή, χωρίς όμως να ξεκαθαρίζουν τα βασικά. Στο κράτος δικαίου η πρόληψη ασκείται κυρίως με μέσα κοινωνικά (σχολείο, εργασία, στήριξη οικογένειας, κοινωνική ασφάλιση), ενώ η καταστολή μέσω της ποινικής δικαιοσύνης. Επίσης, ορθά, η δίκαιη ποινή συμβάλλει στη δευτερογενή πρόληψη του εγκλήματος. Το πρόβλημα εντοπίζεται στο γεγονός ότι πλέον η πρόληψη δεν στηρίζεται στην κοινωνική πολιτική, αλλά στον άμεσο ποινικό έλεγχο. Ο παρεμβατικός έλεγχος δηλαδή από τον ένοχο και τον ύποπτο για συγκεκριμένη πράξη στράφηκε στον συνήθη ύποπτο (αυτό ήδη πριν το 1990) και σήμερα πλέον στο δυνάμενο να οδηγήσει σε υπόπτους, επομένως στον καθένα. Έτσι οι πλειοψηφίες (μαζί τους και η δημοκρατία) τέθηκαν στο στόχαστρο (οι πλειοψηφίες, αντιδιαστελλόμενες όχι προς τους όποιους μειονοτικούς αλλά προς τους λίγους της ολιγαρχίας).
Με δύο λόγια, οι βασικές αρχές της κατάχρησης του παγκοσμιοποιημένου συστήματος καταστολής είναι οι εξής:
υπέρμετρη διεύρυνση του ανθρώπινου στόχου του ελέγχου, ώστε να καλύπτονται μεγάλα τμήματα του πληθυσμού χωρίς δικαιοκρατικές προϋποθέσεις
άσκηση ποινικού ελέγχου ερήμην της ποινικής δικαιοσύνης, που είναι χρονοβόρα και με τις υπερασπιστικές εγγυήσεις της φιλτράρει κάποτε υπερβολικά το πλήθος των υπόπτων.
Η αντεγκληματική πολιτική σήμερα είναι αναγκαία, αφού δεν μπορούμε να καταργήσουμε τα δεκανίκια πριν τα κατάγματα. Ως προς τη φυλακή, πάντως, αυτό που χρειάζεται σήμερα κυρίως δεν είναι η αύξηση των κελιών, αλλά ο πολλαπλασιασμός των χώρων για απασχόληση και εκπαίδευση των κρατουμένων. Ιδίως είναι αναγκαία η ισότητα των κοινωνικών όρων της ποινικής μεταχείρισης και η στήριξη της επανένταξης των αποφυλακιζόμενων στην κοινωνική ζωή.
Συνέντευξη στην ΕΙΡΗΝΗ ΛΑΖΑΡΙΔΟΥ από την ΑΥΓΗ
Ετικέτες Κείμενα
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]
<< Αρχική σελίδα